Ένας από τους πιο όμορφους Ναούς των Επτανήσων, αυτός του Αγίου
Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα είναι πλέον διαθέσιμος σε όλους τους χρήστες του
διαδικτύου που μέσω της τεχνολογίας μπορούν να τον επισκεφθούν εικονικά.
Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015
Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015
ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑ ΤΩΝ ΙΒΗΡΩΝ
Η πιο πολύτιμη εικόνα του Αγίου Όρους και η απίστευτη ιστορία της
Πρόκειται
για το πιο σημαντικό κειμήλιο του Αγίου Όρους μαζί με την εικόνα του
«Άξιον Εστίν». Η Παναγία η Πορταΐτισσα των Ιβήρων και η ιστορία της έχει
κάνει πολλούς να δακρύσουν αλλά και να πιστέψουν.
Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015
Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015
Περιήγηση στη Βυζαντινή Αθήνα
Ο 11ος και 12ος
αιώνας θεωρούνται ως η χρυσή εποχή της αθηναϊκής βυζαντικής τέχνης.
Όλες σχεδόν οι γνωστότερες και σημαντικότερες βυζαντινές εκκλησίες της
πόλης κτίστηκαν στη διάρκεια των δύο αυτών αιώνων και οφείλουν την
ύπαρξή τους στη χριστιανική αναστήλωση, που ακολούθησε τις εκστρατείες
του Αυτοκράτορα Βασίλειου του Β´ στα Βαλκάνια. Ορισμένα από τα πιο
γνωστά μοναστήρια ιδρύθηκαν επίσης την ίδια περίοδο στα περίχωρα της
Αθήνας.
Κατά την περιήγησή σας στην Αθήνα μπορείτε να δείτε τα εξής:
Παλαιά
Μητρόπολη (Πλατεία Μητροπόλεως). Τη χαριτωμένη αυτή εκκλησία θα τη
συνατήσετε κοντά στη νέα Μητρόπολη. Κτίστηκε στο τέλος του 12ου αι. και
είναι αφιερωμένη στην Παναγία τη Γοργοεπήκοο και στον Άγιο Ελευθέριο.
Για την κατασκευή της χρησιμοποιήθηκαν αρχαία και βυζαντινά ανάγλυφα.
Στην πρόσοψη υπάρχει αρχαία ζωφόρος, που προέρχεται από μνημείο του 4ου
αι. π.Χ. και απεικονίζει τις επίσημες αττικές εορτές. Αποτέλεσε την
ορθόδοξη επισκοπική έδρα των Αθηνών όταν οι επίσκοποι εκδιώχθηκαν από
τον Παρθενώνα, αρχικά από τους Φράγκους και αργότερα από τους Τούρκους,
ενώ από το 1839 έως το 1842 χρησιμοποιήθηκε ως βιβλιοθήκη. Η γειτονική
νέα Μητρόπολη χτίστηκε μεταξύ του 1842 και του 1862, ως ο καθεδρικός
ναός της Αθήνας. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με τρούλο που συνδυάζει
νεοβυζαντινά και νεοκλασσικά στοιχεία.
Καπνικαρέα (οδός
Ερμού). Βυζαντινή εκκλησία σταυροειδούς τύπου με τρούλο, αφιερωμένη στα
Εισόδια της Θεοτόκου. Το αρχικό κτίσμα χρονολογείται από τον 11ο αι., ο
ναός όμως αποπερατώθηκε τον 13ο αι., ενώ κατά καιρούς είχε διάφορα
ονόματα: Καμουχαρέα, Χρυσοκαμουχαριώτισσα, Παναγία της Βασιλοπούλας,
Παναγία του Πρένζα (Πρίγκιπα). Το 1834, έτος κατασκευής τής οδού Ερμού,
εξετάστηκε η μεταφορά της σε άλλο σημείο ή ακόμα και η κατεδάφισή της,
επειδή βρισκόταν στο μέσον της οδού Ερμού και αποτελούσε εμπόδιο.
Σώθηκε, όμως, χάρη στον Λουδοβίκο της Βαυαρίας, πατέρα του βασιλιά
Όθωνα, καθώς και στον Νεόφυτο Μεταξά, Επίσκοπο του Ταλαντίου και
Μητροπολίτη Αθηνών.
Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς (Πλάκα). Βρίσκεται κοντά στην περιοχή Αναφιώτικα της Πλάκας. Η εκκλησία αυτή οικοδομήθηκε τον 11ο αι. και αποτελούσε μέρος του Παλατιού της οικογένειας Ραγκαβά, ένα μέλος της οποίας, ο Μιχαήλ ο Α´, υπήρξε αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Πήρε την ονομασία του από την περιοχή, που εκείνη την εποχή αναφερόταν ως Ραγκαβάς.
Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς (Πλάκα). Βρίσκεται κοντά στην περιοχή Αναφιώτικα της Πλάκας. Η εκκλησία αυτή οικοδομήθηκε τον 11ο αι. και αποτελούσε μέρος του Παλατιού της οικογένειας Ραγκαβά, ένα μέλος της οποίας, ο Μιχαήλ ο Α´, υπήρξε αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Πήρε την ονομασία του από την περιοχή, που εκείνη την εποχή αναφερόταν ως Ραγκαβάς.
Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015
Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2015
Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015
Τα ασκηταριά της Κρήτης που ευωδιάζουν αλμύρα και λιβάνι!
Τα πέντε θρησκευτικά μονοπάτια της Μεγαλονήσου με τους μικρούς και μεγάλους ναούς, μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς μας
Από τον
Γεράσιμο Κόντο
Δεμένη με την Ορθοδοξία η Κρήτη. Σπηλιές - παλιά ασκηταριά στα Αστερούσια, σταυροί που ξεφυτρώνουν ανάμεσα σε ελιές και αμπέλια στη Μεσσαρά, ξωκλήσια που «ατενίζουν» το Λιβυκό Πέλαγος, μοναστήρια που ευωδιάζουν θυμίαμα και... μπαρούτι, ιστορίες ηρώων κληρικών, που έπεσαν στον αγώνα για την ελευθερία.
Γεράσιμο Κόντο
Δεμένη με την Ορθοδοξία η Κρήτη. Σπηλιές - παλιά ασκηταριά στα Αστερούσια, σταυροί που ξεφυτρώνουν ανάμεσα σε ελιές και αμπέλια στη Μεσσαρά, ξωκλήσια που «ατενίζουν» το Λιβυκό Πέλαγος, μοναστήρια που ευωδιάζουν θυμίαμα και... μπαρούτι, ιστορίες ηρώων κληρικών, που έπεσαν στον αγώνα για την ελευθερία.
Σάββατο 11 Ιουλίου 2015
Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015
Κυριακή 14 Ιουνίου 2015
Το Άγιο Όρος της Τέχνης (Ο Αγιορείτης αγιογράφος Λουκάς Ξενοφωντινός)
Στο Άγιο Όρος, ειδικότερα, πέρα από το ότι ασκούνται και ανθούν οι Βυζαντινές Θρησκευτικές τέχνες, υπάρχουν και φυλάσσονται αυθεντικά έργα και κειμήλια της εποχής εκείνης: το Άγιο Όρος είναι σήμερα το μεγαλύτερο Βυζαντινό μουσείο στον κόσμο. Τα κτίρια του και οι καλλιτεχνικοί θησαυροί που στεγάζονται εκεί αποτελούν διαχρονική απόδειξη και διαβεβαίωση για τον πνευματικό και καλλιτεχνικό πλούτο της Ορθοδοξίας. Με άλλα λόγια, το Άγιο Όρος είναι ένας από τους κύριους φορείς και εκφραστές της Ορθοδοξίας σήμερα- έτσι, αποτελεί ένα πυλώνα δύναμης, πνευματικότητας και ηθικής για τους απανταχού Ορθοδόξους.
Τρίτη 28 Απριλίου 2015
Παρασκευή 24 Απριλίου 2015
Εγώ ο Πανσέληνος, ένας φανταστικός βίος
«...Σ όλο τον κόσμο δεν βρέθηκε, μηδέ θα βρεθεί τέχνη όμοια με της
Ανατολής, να δίνει τέτοιο πάθος και τέτοιο γλυκό παράπονο στα πλάσματά
της. Όποιος έχει καρδιά θερμή, εκείνος θα με καταλάβει. Καμιά τέχνη δε
μεταχειρίστηκε τόσο απλά μέσα και καμιά τέχνη δεν έπιασε τέτοια πράματα.
Από κοντά, τα μάτια είναι δυό πινελιές, μια μαύρη και μίαν άσπρη, η
μύτη είναι καμωμένη με δυό ελαφρές γραμμές! Δεν είναι λοιπόν μεγάλο
μυστήριο; Τι θέλουνε να πούνε αυτοί που μιλάνε για φυσικά και για
ανατομίες και για επιστήμες και για οφθαλμολογίες και τέτοια; Εδώ δεν
υπάρχει μηδέ φυσικό, μηδέ αφύσικο, μηδέ τίποτα. Εδώ υπάρχει αυτό το
ανεξερεύνητο μυστήριο, που δεν μπορεί να το πιάσει μηδέ ο σοφός
Σολομώντας, με λόγια, με σκολειά και με φιλοσοφίες. «Δώρημα τέλειον
άνωθεν καταβαίνον εκ του πατρός των φώτων». Φλόγα άπιαστη, ακατανόητη
πνοή!...».Απόσπασμα
Φώτη Κόντογλου – Η Μελαγχολία των Παλαιολόγων, περισσότερα ΕΔΩ.
Στό παρακάτω βίντεο "Εγώ ο Μανουήλ Πανσέληνος".
Η σειρά πραγματεύεται πανανθρώπινες αξίες που εκφράστηκαν σε κοινωνίες του παρελθόντος και στηρίζεται στα πατερικά κείμενα, στο Ευαγγέλιο, σε κείμενα θεωρητικά, φιλοσοφικά, δοξαστικά και - πολλές φορές - προφητικά. Αυτά τα κλασικά κείμενα, που περιέχουν την πείρα και τη σοφία αιώνων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, συνδέονται με τα σημερινά προβλήματα του ανθρώπου, ανοίγοντας έναν γόνιμο διάλογο.
Είναι ένας λόγος που γράφτηκε εδώ και δυόμιση χιλιετίες επίκαιρος; Σε ποια κοινωνία απευθυνόταν; Τι κοινό έχει με τη σημερινή; Μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο σε μια άλλη οπτική, έναν διαφορετικό προσανατολισμό και μια επαναξιολόγηση της πορείας του σήμερα;
Τα γυρίσματα της σειράς πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα, την Τουρκία (Καππαδοκία και Αντιόχεια), την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Σκωτία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Συρία.
Εγώ ο Μανουήλ Πανσέληνος. Ένας φανταστικός βίος (18-4-2014)
Δεν θα ξέραμε τίποτα για τον Μανουήλ Πανσέληνο, τον μεγαλύτερο ζωγράφο της βυζαντινής τεχνοτροπίας που ζωγράφισε τις εκπληκτικές τοιχογραφίες του 13ου αιώνα στο Πρωτάτο και στις άλλες μονές του Αγίου Όρους, αν ο μοναχός Διονύσιος εκ Φουρνά, δεν διέσωζε το όνομά του, γράφοντας μια πραγματεία περί ζωγραφικής για να φωτιστούν οι νεώτεροι, όπως έγραψε, από τον «ως σελήνη λάμποντα κυρ Μανουήλ Πανσέληνο», τρεις αιώνες μετά τον θάνατό του.
Στην εκπομπή συμμετέχει ο π. Σταμάτης Σκλήρης
Παραγωγή: Ελληνική
Σκηνοθέτης: Μαρία Χατζημιχάλη-Παπαλιού
Είναι ένας λόγος που γράφτηκε εδώ και δυόμιση χιλιετίες επίκαιρος; Σε ποια κοινωνία απευθυνόταν; Τι κοινό έχει με τη σημερινή; Μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο σε μια άλλη οπτική, έναν διαφορετικό προσανατολισμό και μια επαναξιολόγηση της πορείας του σήμερα;
Τα γυρίσματα της σειράς πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα, την Τουρκία (Καππαδοκία και Αντιόχεια), την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Σκωτία, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τη Συρία.
Εγώ ο Μανουήλ Πανσέληνος. Ένας φανταστικός βίος (18-4-2014)
Δεν θα ξέραμε τίποτα για τον Μανουήλ Πανσέληνο, τον μεγαλύτερο ζωγράφο της βυζαντινής τεχνοτροπίας που ζωγράφισε τις εκπληκτικές τοιχογραφίες του 13ου αιώνα στο Πρωτάτο και στις άλλες μονές του Αγίου Όρους, αν ο μοναχός Διονύσιος εκ Φουρνά, δεν διέσωζε το όνομά του, γράφοντας μια πραγματεία περί ζωγραφικής για να φωτιστούν οι νεώτεροι, όπως έγραψε, από τον «ως σελήνη λάμποντα κυρ Μανουήλ Πανσέληνο», τρεις αιώνες μετά τον θάνατό του.
Στην εκπομπή συμμετέχει ο π. Σταμάτης Σκλήρης
Παραγωγή: Ελληνική
Σκηνοθέτης: Μαρία Χατζημιχάλη-Παπαλιού
Φώτης Κόντογλου – Η Μελαγχολία των Παλαιολόγων
Ο Ναός της Περίβλεπτου -Μυστράς |
Τ’ απόγεμα η εκκλησία σκοτείνιαζε κι αγρίευε. Από πάνου από την σκαλωσιά άκουγα πατήματα. «Κανένα φάντασμα θα περπατά», συλλογιζόμουνα, και γύριζα το κεφάλι μου πάντα κατά το μέρος που στεκόντανε ζωγραφισμένοι οι στρατιώτες και οι πολεμάρχοι. Στεκόντανε στη σειρά ένα γύρο, λίγο ψηλότερα από το χώμα, οι περισσότεροι με βγαλμένα μάτια, τρυπημένοι στο στήθος, πολλοί απ αὐτοὺς κομματιασμένοι από τις σπαθιές. Σε πολλά κεφάλια είχε απομείνει γερό ένα μάτι μοναχά, μα κείνο το μάτι έβλεπε σαν δέκα ζωντανά.
Μνήσθητί μου, Κύριε! Χρόνια πέρασα μέσα σε κείνη την εκκλησιά, και μ όλα τούτα ανατρίχιαζα, σύγκρυο με διαπερνούσε. Κείνοι οι χορταριασμένοι τοίχοι ήτανε ζωντανοί, καρδιές χτυπούσανε, νεύρα τανυζόντανε, σπαθιά, σαργίτες, ταρκάσια, σκουτάρια τρίζανε απάνω στα κορμιά. «Και ιδού, σεισμός και προσήγαγε τα οστά, εκάτερον προς την αρμονίαν αυτού. Και είδον· και ιδού επ αὐτὰ νεύρα και σάρκες εφύοντο, και ανέβαινεν επ αὐτὰ δέρμα επάνω. Και εισήλθεν εις αυτά το πνεύμα και έζησαν και έστησαν επί των ποδών αυτών, συναγωγή πολλή σφόδρα».
Ετούτοι είναι οι τελευταίοι στρατιώτες του Παλαιολόγου, τότε που ήρτανε και πιάσανε για μετερίζι της απελιπισίας το φημισμένο βουνό του Ταϋγέτου, σιμά στην αρχαία Σπάρτη. Ανεμοδαρμένο απάνου στον βράχο, μαραζωμένο, τα μάτια τους μελανιασμένα και λαμπερά από την θέρμη, από την αγρύπνια και την αγωνία. Ανατολίτες, στρατολογημένοι από τα μέρη της Σηλύβριας, της Μαύρης Θάλασσας, την Αγχίαλο, την Καβάρνα, κι άλλοι ντόπιοι απ τὸν Δρόγγο των Σκορτών, το Σάλαβρο, το Βοίτουλο, τη Μάνη, τη Γρεμπενή, τον Αϊτό κ.α., αίματα παλιά. Δεν είναι στρατιώτες βαριοί, με κορμιά δυνατά. Τα χέρια τους και τα ποδάρια τους είναι κοκκαλιασμένα, τα κορμιά λιγνά, περπατάνε ελαφρά σαν φαντάσματα, πολεμιστές ενός βασιλείου που δεν είναι τούτου του κόσμου. «Θεία παρεμβολή, θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου». Σαν τον αφέντη τους τον Κωνσταντίνο, ξέρουνε το κακό το ριζικό τους.
Κι οι άλλοι οι σύντροφοί τους είναι παραπονεμένοι, μα τούτος είναι πολύ θλιμμένος, φαρμάκι στάζει από το στόμα του. Στέκεται σαν πουλί αναφτερουγιασμένο. Στο να χέρι του βαστά αλαφρά το δοξάρι και τ άλλο τ ακουμπά απάνω στο σπαθί. Από το λαιμό του είναι κρεμασμένη η περικεφαλαία πισ απὸ την ωραία κεφαλή του, στον έναν ώμο του έχει ριγμένο το ταρκάσι με τις σαγίτες και στον άλλον ώμο το σκουτάρι του.
Ώρες καθόμουνα και κουβέντιαζα μαζί του σε μια γλώσσα που δε χρειάζεται μηδέ στόμα για να τη πει, μηδέ αφτί, για να την ακούσει. Τον άκουγα που μου μιλούσε από τον άλλο κόσμο, σαν τ αγέρι που φυσά απάνου στ ἄγρια χορτάρια που ναι φυτρωμένα σε κάστρο ρημαγμένο, μα καταλάβαινα καθαρά τι μου λεγε.
Τούτος ο στρατιώτης δεν είναι κανένας άντρας δυνατός, με κορμί αντρειωμένο, χεροδύναμος και φοβερός. Το κορμί του είναι αλαφρό και λυγερό, τα ποδάρια του ψιλά και μακριά σαν του ζαρκαδιού. Κείνα τα δάχτυλα των χεριών του είναι ίδια κοντύλια ψιλοπελεκημένα, ίδια αγιοκέρια, κι απορείς πως κρατάνε άρματα. Το κεφάλι του γέρνει στον ώμο του σαν του Χριστού. Τέτοιο κεφάλι ποιό πινέλο να το ζωγράφισε! Ζωγράφος είμαι κι εγώ, κι όμως απορώ για την τόση τέχνη. Από ποιό μέρος ήρθε τούτο το χέρι, που κράτησε το πινέλο, για να τυπώσει αυτά τα πικραμένα μάτια, αυτό το πηγούνι, αυτό το στόμα, αυτά τα μαλλιά! Τι μυστήριο κρύβεται μέσα σ αὐτὸν τον καθρέφτη π ἀντιφεγγίζει τις χαρές ενός άλλου κόσμου! Και τι ευτυχία για μας, να φτάξει ίσαμε τα χρόνια μας ένα τέτοιο δώρο εξαίσιο! Πρόσωπο γλυκομελάχρινο, ψημένο από τον ήλιο της Ανατολής, στα μέρη που πολεμούσε για την πίστη του Χριστού. Από τα μισοσφαλισμένα μάτια του βγαίνει μία αντιφεγγιά γλυκιά, ήρεμη και θλιμμένη.
Σ όλο τον κόσμο δεν βρέθηκε, μηδέ θα βρεθεί τέχνη όμοια με της Ανατολής, να δίνει τέτοιο πάθος και τέτοιο γλυκό παράπονο στα πλάσματά της. Όποιος έχει καρδιά θερμή, εκείνος θα με καταλάβει. Καμιά τέχνη δε μεταχειρίστηκε τόσο απλά μέσα και καμιά τέχνη δεν έπιασε τέτοια πράματα. Από κοντά, τα μάτια είναι δυό πινελιές, μια μαύρη και μίαν άσπρη, η μύτη είναι καμωμένη με δυό ελαφρές γραμμές! Δεν είναι λοιπόν μεγάλο μυστήριο; Τι θέλουνε να πούνε αυτοί που μιλάνε για φυσικά και για ανατομίες και για επιστήμες και για οφθαλμολογίες και τέτοια; Εδώ δεν υπάρχει μηδέ φυσικό, μηδέ αφύσικο, μηδέ τίποτα. Εδώ υπάρχει αυτό το ανεξερεύνητο μυστήριο, που δεν μπορεί να το πιάσει μηδέ ο σοφός Σολομώντας, με λόγια, με σκολειά και με φιλοσοφίες. «Δώρημα τέλειον άνωθεν καταβαίνον εκ του πατρός των φώτων». Φλόγα άπιαστη, ακατανόητη πνοή!
Η τέχνη της ανατολικής χριστιανοσύνης είναι καθαρή θροφή για το πνεύμα και χαρά για τα μάτια. Το ιδεώδες της Ανατολής απέχει από το ιδεώδες της Δύσης όσο κι ο ουρανός από τη γη. Με το πάθος η Ανατολή πέτυχε το εξωτικό αποτέλεσμα που ζητά το πνεύμα σαν ελάφι διψασμένο. Η Δύση έκανε ανάμεσα στα έθνη εκείνα όπως ο Προμηθέας, και πήγε το φως σ εκείνους που ζούσανε στο σκοτάδι. Πήγε και κούρνιασε στην αϊτοφωλιά, στο Τολέδο, Ανατολίτης ντερβίσης, κήρυκας της εγκράτειας στην τέχνη της ζωγραφικής, βαριεστισμένος από τα πανηγύρια της Βενετιάς. Όπως ήτανε κατατρεγμένοι οι Βυζαντινοί που σκαλώνανε στα βράχια του Μυστρά, έτσι κι ο Θεοτοκόπουλος πήγε και φώλιασε στο Τολέδο.
πηγή
Δευτέρα 6 Απριλίου 2015
Τον Νυμφώνα σου βλέπω...
Τι
να γράψεις για την Μεγάλη Εβδομάδα όταν η ζωή σου πνίγεται σε μια μικρή
πεζότητα. Πώς να προσεγγίσεις τα Μεγάλα όταν νιώθεις τόσο μικρός; Πώς
να μιλήσεις για την όντως χαρά όταν φυλλομετράς δάκρυ και αίμα στο
ημερολόγιο της ψυχής σου;
Μήπως όμως μονάχα μέσα από την ταπείνωση, την επίγνωση, τα αδιέξοδα και τις καταστροφές μπορείς να εισέλθεις στον Νυμφώνα Του;
Γιατί
αυτό τελικά που θα ανοίξει την θύρα του ουρανού δεν θα έχει σχέση με
τις αρετές μας. Ούτε με τις υπόγειες διαδρομές στα ναρκισσιστικά
παιχνίδια του εγωκεντρισμού μας και ας έχουν το προφίλ της
«πνευματικότητας». Το μυστικό του ουρανού είναι μια τέχνη που την
γνωρίζουν μονάχα οι ταπεινοί. Είναι απλό μα θέλει τσακισμένο εγωισμό
.Είναι σοφό μα θέλει να είσαι «μωρός» .Είναι για τους πιστούς μα όχι
για αυτούς που κάνανε την πίστη εγγυήσεις και ιδεολογία. Είναι μια
γλώσσα μυστική που δυο είδη ανθρώπων την γνωρίζουν στην ζωή , οι Άγιοι
και οι πολλοί αμαρτωλοί, άλλωστε για να ΄΄ φτάσεις στον παράδεισο πρέπει να πάρεις φόρα από τον πάτο της κόλασης...΄΄ ή να είσαι στον προσωπικό σου ΄΄Άδη και να μην απελπίζεσαι (Άγιος Σιλουανός του Άθω).
Η
Μεγάλη Εβδομάδα δεν είναι γι΄ αυτούς που αισθάνονται ισχυροί, που
ζαλίστηκαν στην αλαζονεία της δήθεν αρετής τους, στην δύναμη της
εξουσίας τους και των «κατορθωμάτων» τους. Δεν είναι γι΄ αυτούς που
έμειναν πιστοί στα «έθιμα» και τις «παραδόσεις» μιας θρησκευτικής
σύμβασης.Από τότε που πάψαμε να «μετράμε την ποιότητα της ζωής με την
χαρά της Γιορτής…» να μεταμορφώνουμε τον πόνο σε προσευχή, τους καημούς
και τα μεράκια της υπάρξεως μας σε τέχνη, δεν μπορούμε να βιώσουμε την
Μεγάλη Εβδομάδα. Γιατί για να βιώσεις την Μεγ. Εβδομάδα πρέπει με
πνευματικό θάρρος να ομολογήσεις «ότι στα δάκρυα της Μαγδαληνής είδες τα
δάκρυα σου..».
Εισαγωγή στα Πάθη τα σεπτά
Υπόμνημα στην αρχή της Μ. Εβδομάδος
Από τον καθηγητή Αριστείδη Πανώτη, Μ. Ιερομνήμονα της Εκκλησίας ΚΠόλεως, για το Amen.gr.
Η ορθόδοξη λατρεία χαρακτηρίζεται για τον πραγματισμό της γιατί
παρακολουθεί με ακρίβεια τα συμβάντα των τελευταίων ημερών του Ιησού
Χριστού. Αυτά καταγράφονται στα τέσσερα Ευαγγέλια και αρχίζουν με τη
θριαμβευτική Είσοδό του στα Ιεροσόλυμα και τα Σεπτά Πάθη και την
Ανάστασή του.
Οι γενεές των χριστιανών με αυτά γαλουχήθηκαν από την Εκκλησία η οποία
τα ενεργοποιεί και τα «αναπαράγει» μέσα στο λειτουργικό της χρόνο ως
«μεγάλα και απόρρητα» ιερά γεγονότα που τελέστηκαν στην «πνευματικὴ
θεραπεία», γι' αυτό και οι χριστιανοί τα τιμούν την τελευταία Μεγάλη
Εβδομάδα. Μέ αυτά παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος, «ήρθη το μεσότοιχο του
φραγμού μεταξύ Θεού και ανθρώπου..., και άνοιξε ο Παράδεισος».
Η «οικουμενική τιμή»επί αιώνες αυτών των ημερών, αποβλέπει στη ζωντανή συμμετοχή στις Ακολουθίες της Εκκλησίας μας για τη διδαχή και τη βίωση των ιερών νοημάτων τους. Για να ενεργοποιηθεί η ευσέβεια των ημερών αυτών «συλλειτουργουν» οι υψηλές εμπνεύσεις της Υμνολογίας, της Εικονογραφίας, της Ψαλτικής τέχνης και της Τάξεως. Έτσι η κληρονομία των Λειτουργικών Τεχνών της πολιάς χριστιανικής αρχαιότητας συναρπάζει και μεταφέρει τους χριστιανούς στο χρόνο, στο χώρο και στο τόπο του Σωτηρίου Πάθους και έχουμε τις πλέον συμπυκνωμένες με υψηλά νοήματα ημέρες του χρόνου που τις αποκαλούσε «ως την ουσιωδέστερη στιγμή των μυστηρίων της ορθοδόξου λατρείας» ο Ρώσος θεολόγος Σέργιος Μπουλγακώφ.
Η «οικουμενική τιμή»επί αιώνες αυτών των ημερών, αποβλέπει στη ζωντανή συμμετοχή στις Ακολουθίες της Εκκλησίας μας για τη διδαχή και τη βίωση των ιερών νοημάτων τους. Για να ενεργοποιηθεί η ευσέβεια των ημερών αυτών «συλλειτουργουν» οι υψηλές εμπνεύσεις της Υμνολογίας, της Εικονογραφίας, της Ψαλτικής τέχνης και της Τάξεως. Έτσι η κληρονομία των Λειτουργικών Τεχνών της πολιάς χριστιανικής αρχαιότητας συναρπάζει και μεταφέρει τους χριστιανούς στο χρόνο, στο χώρο και στο τόπο του Σωτηρίου Πάθους και έχουμε τις πλέον συμπυκνωμένες με υψηλά νοήματα ημέρες του χρόνου που τις αποκαλούσε «ως την ουσιωδέστερη στιγμή των μυστηρίων της ορθοδόξου λατρείας» ο Ρώσος θεολόγος Σέργιος Μπουλγακώφ.
Η Εβδομάδα αυτή έχει δική της ενότητα που τη ξεχωρίζει από τη λοιπή
Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Σοφή είναι η κατάταξη των Προφητικών και
Ευαγγελικών αναγνωσμάτων που προετοιμάζουν για να συμβαδίσουμε με τον
Χριστό τις τελευταίες ημέρες του επί γης βίου του. Οι τρις πρώτες
ημέρες της Μ. Εβδομάδος έχουν καταφανή ομοιότητα μεταξύ τους όχι μόνο
γιατί τελείται κατ΄ αυτάς η Ακολουθία Μεταδόσεως και Μεταλήψεως των
Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, αλλά γιατί επόμενες φέρουν όλες την ίδια
εκπληκτική δομή στον Όρθρο και στον Εσπερινό με τις ευχές, τα τροπάρια
και τα αναγνώσματα, που παρακολουθούν την πραγματική ευαγγελική διήγηση
της πορείας του Χριστού προς το Πάθος. Κάθε ημέρα υμνείται το ιερό
γεγονός που συνοψίζει περιληπτικά ο λεγόμενος Οίκος της και αναφέρεται
το Μηνολόγιο. Η εισαγωγική λειτουργική ενότητά τους επιβεβαιώνεται
από την ακολουθούμενη τάξη τους. Όλες αρχίζουν με αργό ψάλσιμο του
μεσονυκτικού τροπαρίου: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται...» και όλες προλογἰζουν
τους Αίνους με το ίδιο Εξαποστειλάριο: «Τον νυμφώνα σου βλέπω...» όπως
κάθε Ακολουθία του πρώτου τριήμερου της Μ. Εβδομάδος.
Το πρωΐ της Παρασκευής προ της Κυριακής των Βαΐων τελείται με Εσπερινό η
Προηγιασμένη και διαβάζεται πρώτα η περικοπή εκ της Γενέσεως
(ΜΘ΄33-Ν΄2) που περιγράφει τη ταφή του Ιακώβ, προπάτορα του Ιησού, και
την ταφή του όμορφου και αθώου Ιωσήφ που πουλήθηκε από τους αδελφούς
του. Οι δύο αυτές ταφές της Π. Διαθήκης αναφέρονται για να συγκριθούν
με τη ταφή «του φίλου του Χριστού Λαζάρου» που τέλεσαν οι αδελφές του με
συνείδηση ότι υπάρχει πέρα του τάφου ζωή (Ιωάν. ια΄.24). Όμως για να
επιβεβαιωθεί η αθανασία την κατάλληλη ώρα φθάνει στη Βηθανία Αυτός που
επιβεβαιώνει ότι είναι «η Ανάσταση και η Ζωή» και μάλιστα «ότι όποιος
πιστεύει σ' Αυτόν και αν αποθάνει θα ζήσει» (Ιωάν.ό.π.25). Η
γνωστοποίηση αυτής της υπερκόσμιας ελπίδας ότι η ζωή συνεχίζεται και
μετά την σωματική φθορά του ανθρώπου ακούγεται από το στόμα του Ιησού
πριν το Πάθος Του και πιστοποιεί «την κοινή μας ανάσταση» «προ εξ ημερών
του Πάσχα». Τό δεύτερο ανάγνωσμα είναι εκ των Παροιμιών ( ΛΑ. 8-31)
που με αφορμή τη πίστη στην αιωνιότητα των αδελφών του Λαζάρου και στους
λόγους του ελθόντος στο μεταξύ Ιησού επαινεί την αξία της γυναίκας.
Στο Εσπερινό της Βαϊοφόρου με το ίδιο ευφρόσυνο, και παραμυθητικό
πνεύμα ξεκινούν και τα ιδιόμελα Στιχηρά και τα αναγνώσματα που μιλούν
καθαρά για τον «αναπεσώντα» λέοντα και σκύμνο του Ιούδα, που αγγέλλει ο
θνήσκων πατριάρχης Ιακώβ και χαιρετούν οι προφήτες Σοφονίας και
Ζαχαρίας ως δίκαιο «σώζοντα» «βασιλέα» «επιβεβηκότα επί υποζύγιο και
πώλον νέον»! Τα στιχηρά χαιρετίζουν τον θριαμευτικά εισερχόμενο στην
Αγία Πόλη με το: «Ωσαννά ο έχων πλήθος οικτιρμών». Ο Όρθρος ανεφημεί
την Ανάσταση του Λαζάρου αλλά εξυμνεί χαρμόσυνα τον Ερχόμενο στον
Κανόνας του ο Κοσμάς με το «Ωσαννά Χριστός, ευλογημένος Θεός», που
είναι και η ακροστιχίδα του Κανόνα. Με επευφημιστικά σύμβολα νίκης,
κλάδους φοινίκων, καλούνται οι πιστοί να υποδεχθούν τον Λυτρωτή τους,
«ως νικητή του θανάτου». Γιατί σ' αυτό αποσκοπεί όλο το Πάθος, στη νίκη
κατά του θανάτου που προήλθε από την αμαρτία, νίκη που προτυπώθηκε με
την Έγερση του Λαζάρου και ολοκληρώθηκε με την Κάθοδο στον Άδη και την
Ανάσταση του Κυρίου.
Τη Μ. Δευτέρα
Από τις εσπερινές ώρες της Κυριακής των Βαΐων αρχίζουν οι παννυχίδες των
«Νυμφίων». Η κάθε μία τους αντιστοιχεί στον Όρθρο της επόμενης ημέρας. Η
Ακολουθία ξεκινά μετά τον Εξάψαλμο με το κατανυκτικό τριπλό μέγα
Αλληλουάριο που είναι έμμνηνο, γιατί έχει ως εφύμνιο βιβλικούς στίχους.
Οι Ακολουθίες των τριών πρώτων ημερών συνήθως καλούνται «Νυμφίοι» γιατί ο
πρώτος ύμνος που ακούγεται είναι για τον «Νυμφίο της Εκκλησίας» που η
υποδοχή του αρχίζει λιτανευτικά μελωδικά και εποπτικά με την
απεικόνιση του «Πάσχοντος Νυμφίου», ενώ τον αναμένουν οι προσελθόντες
μέσα στη νύκτα προσκυνητές με ένδυμα γάμου και αναμμένες τις λαμπάδες
της ψυχής τους. Η ιερή εικόνα του παραμένει στο κέντρο του κάθε ναού
μέχρι το απόγευμα της Μ. Τετάρτης για να θυμίζει η ιστόρησή της πως εκεί
«αναπαράγονται» τα ιερά γεγονότα του «καιρού εκείνου» για να συζούμε τα
μυστικά νοήματα των Σεπτών Παθών του Σωτήρος Χριστού.
Στις βραδινές συνάξεις της Κυριακής και της Δευτέρας το ανάγνωσμα είναι
εκ του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, που γράφηκε προς κατήχηση των εξ
Εβραίων χριστιανούς. Η περικοπή αναφέρεται στην ακαρπία της συκιάς
που ξεράθηκε γιατί έπαυσαν να τη ζωογονούν οι χυμοί των ριζών της στη
γη. Και η Συναγωγή καθηλώθηκε στην τυπολατρική θρησκευτικότητα
οδηγήθηκε στην αρτηριοσκλήρωση της ευσεβείας για να κατασταθεί ανίκανη
για να δώσει καρπούς αγάπης. Ο Χριστός παραγγέλλει σε όσους
αποξηραίνονται «κλίμα» άλλων εποχών: «Μηκέτι ἐκ σού καρπός γένηται εις
τον αιώνα». Και αιτιολογημένα αρχίζει τη μεγάλη του διαμάχη με όσους
τότε ευθύνονταν για το κατάντημα της Συναγωγής διηγούμενος τις
παραβολές: «Των δύο τέκνων» ( Ματθ. κα΄ 28-32) και «Των κακών εργατών
του αμπελώνα» ( Ματθ. κα΄33-44 και Μαρκ. ιβ΄1-12 και Λουκ.κ΄ 9-10).
Στη συνέχεια ο πολυμαθής Καλαβρός ερημίτης Κοσμάς ο Μελωδός, που έζησε
αιχμάλωτος στην αραβοκρατούμενη τότε Παλαιστίνη, έγινε από τον
Ιεροσολύμων Θεόδωρο το 743 επίσκοπος της παραθαλάσσιας πολίχνης των
Ανδήδων, που λέγεται αραβικά Μαϊουμά. Αυτός συνέταξε τον Κανόνα της Μ.
Δευτέρας, επάνω σε τρεις μόνον Ωδές, εξ αυτού και Τριώδια, με πρότυπα
τη α΄, την η΄ και την Θ΄ Ωδή του Μωϋσέως (Δευτ. λβ΄. 1-43). Το πρώτο
τροπάριο του κάθε Κανόνα καλείται «ειρμός» και καθορίζει το μέτρο τη
μελωδία των τροπαρίων που τον ακολουθούν. Η Α΄ Ωδή περιστρέφεται γύρω
από την αγνωμοσύνη των Εβραίων για την θαυμαστή διάβασή τους από την
Ερυθρά θάλασσα κατά την Έξοδό τους από την Αίγυπτο και ότι η
συγκατάβαση του Θεού συνεχίστηκε προσφέροντας το νέο πρότυπο του Αδάμ
και προεικονίζεται ο Χριστός στο πρόσωπο του ενάρετου παιδιού του
πατριάρχη Ιακώβ, τον παγκαλο Ιωσήφ. Ακολουθεί το Μηνολόγιο που
υπομνηματίζει το εορτολόγιο της ημέρας και συνεχίζεται ο Κανόνας με την
Η΄ Ωδή που αναφέρεται στον ύμνο των Τριών Παίδων οι οποίοι μέσα από τῆ
φωτία της καμίνου ταπεινοί υμνολογούν τον αληθινό Θεό και διαιωνίζουν
την αληθινή πίστη τηρούντες τις εντολές Του, που αγνοούνται από όσους
διαβιούν μέσα στην αταξία της αμαρτίας. Η Θ΄ Ωδή περιέχει έπαινο και
τιμή προς την Υπεραγία Θεοτόκο η οποία συνετέλεσε για να γεννηθεί
Εκείνος, που θα ταπεινωθεί μέχρι σταυρώσεως για τη Σωτηρία μας. Τα
τροπάρια που ακολουθούν τους τρείς ειρμούς θεωρούνται υψηλής στάθμης
βήματα προετοιμασίας για το Πάσχα. Μετά έρχεται να κρούσει τη πόρτα της
καρδιάς των προσευχόμενων το δημοφιλές Εξαποστειλάριο, που αντλεί το
περιεχόμενό του από τη παραβολή των 10 Παρθένων (Ματθ. κε΄1-13) και
ψάλλει: «Τον νυμφώνα Σου βλέπω Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ
έχω ίνα εισέλθω εν αυτώ, λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, φωτοδότα
και σώσον με».
Οι Αίνοι που ακολουθούν μιλούν για τις παλαιές γραπτές προσρήσεις του
Ιησού, που μιλούν για το εκούσιο Πάθος Του και για την Ανάσταση Του σε
τρείς ημέρες. Και τα ιδιόμελα απόστιχα που ακολουθούν επικεντρώνεται σε
διάφορες στιγμές του βίου Του που μίλησε για το «ποτήριο του θανάτου»
που θα γευθεί, όπως στη συνομιλία με τη μητέρα των Ζεβεδαίων, που θα
είναι καθαρτήριο για τις από Αδάμ αμαρτίες της ανθρωπότητας, η οποία
για την αμετανοησία της καταστάθηκε άκαρπη συκιά που τελικά ξεράθηκε.
Και η πρώτη παννυχίδα τελειώνει με τη προσευχή του αγίου ασκητή Εφραίμ
του Σύρου που είναι από τον 4ο αιώνα μία βαθιά ενδοσκόπιση των αδυναμιών
μας που παρέχει και τα αντίδοτα για θεραπευτική αγωγή για τη
προσέγγιση των υψηλών νοημάτων των ημερών αυτών.
Την Μ. Δευτέρα το πρωΐ, για να «οικονομηθεί» η ώρα εργασία των
θρησκευόμενων και να μετριαστεί κατά νεώτερο έθος η παλαιότερη ολοήμερη
νηστεία, ετεροχρονίζεται η Ακολουθία του Μ. Απόδειπνου και των Ωρών.
Στη Τριθέκτη Ώρα διαβάζεται η προφητεία του Ιεζεκιήλ ( α΄ 1), προφήτη
«παρηγορητή» του αρχαίου Ισραήλ, με τα μυστικά οράματα των συμβόλων, που
ταυτίστηκαν με τα Ευαγγέλια των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Με τον Ματθαίο
συνδέθηκε ο αγγελόμορφος Άνθρωπος, με το Μάρκο ο Λέοντας, με το Λουκά ο
Μόσχος και με τον Ιωάννη ο υψιπέτης Αετός. Και οι τέσσερις αποτελούν τη
γραπτή πηγή του Πάθους του Κυρίου.
Μετά την Θ΄ Ώρα ορίζεται από τον 52 κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής
Συνόδου (692) ότι τις ημέρες της κάθε εβδομάδος της Μ. Τεσσαρακοστής
επιτρέπεται μόνον η τέλεση της «Ακολουθίας των Προηγιασμένων Δώρων»
ενωμένη πάντα με τον Εσπερινό κατά την οποίαν είναι «τετελεσμένη»
ηκαθαγίαση του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού και αποτελεί
μόνον απλή Μετάδοση των Προαγιασθέντων Τιμίων Δώρων. Η Ιστορία τελέσεώς
της είναι αρχαιότατη και προέκυψε από την έκτακτη ή την τακτική ανάγκη
συσωματώσεως των ευσεβών χριστιανών με το «Προηγιασμένο Σώμα» του
Χριστού. Αυτή τελείται κατανυκτικά εκφράζοντας μετά τη νηστεία, τη
συντριβή πνεύματος, την ταπείνωση και με εγκάρδια θλίψη χωρίς πομπώδη
παρουσία και πολυτελή άμφια . Τελείται μόνον Τετάρτη διότι κατά τη
παράδοση την «ημέρα» αυτή δημιουργείται ο άνθρωπος «κατ' εικόνα» Θεού
και «καθ' ομοίωση» Του, ενώ κατά την «ημέρα» Παρασκευή συνέβη η πικρά
παρακοή της θεϊκής εντολής και η Έξωσή του ανθρώπου από τον Παράδεισο
και διαταράχθηκε η σχέση Δημιουργού και δημιουργήματος.
Η Προηγιασμένη αρχίζει με τον Προιμιακό ψαλμό 103 και το το ΙΗ΄ (18)
Κάθισμα του Ψαλτηρίου και τα «Προς Κύριο» σε τρίς στάσεις με εναλλαγή
ευχών, συναπτών και εκφωνήσεων μέχρι την σιωπηρά και ευλαβή μεταφορά
των Τίμιων Δώρων από το Αρτοφόριο του Θυσιαστηρίου στην Αγία Προθέσεως.
Μετά τη συναπτή οι χοροί ψάλλουν κατά τη Τυπική Τάξη τα «εσπέρια
τροπάρια» εκ του Τριωδίου και έπεται η Μικρά Είσοδος. Η «Λειτουργία του
Λόγου» συμπληρώνεται με τα τρία Αναγνώσματα. Το πρώτο είναι από το
βιβλίο της Εξόδου (α΄. 1-21) με την ιστορία του σήμερα τιμώμενου
ενάρετου γιού του πατριάρχη Ιακώβ, Ιωσήφ του πάγκαλου, που θεωρείται ο
κατ' εξοχή τύπος του πανάρετου τηρητή της αγνότητος που πουλήθηκε από
τούς αδελφούς του Ιουδαίους. Το δεύτερο είναι εκ του βιβλίου του
πολύαθλου Ιώβ ( α΄. 1-12), που κατά συμβουλή του αδελφόθεου Ιακώβου
οφείλουμε : «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε, και το τέλος Κυρίου είδεται»
(Ιακ.ε΄11). γιατί το πρόσωπο του Ιώβ θεωρείται πρότυπο του κατ' εξοχή
πάσχοντος δικαίου, του Σωτήρος Ιησού Χριστού. Μετά το «Κατευθυνθήτω»
ακολουθεί περικοπή εκ του κατά Ματθαίον. (κεφ.κδ΄1-35) όπου ο Ιησούς στο
όρος των Ελαιών με μιά αποκαλυπτική και μυστηριώδη ομιλία προς τους
μαθητές του μιλά για τα σημεία των έσχατων καιρών, ώστε να μη
παραπλανόνται από ψευδόχριστους ψευδοπροφήτες. Τις τελευταίες ημέρες
εγκόσμιας παρουσίας του Ιησού περιγράφεται με τόση ζωηρότητα η πένθιμη
εικόνα της Β΄ Παρουσίας δεν αποσκοπεί να τρομάξει τους μαθητές του,
αλλά να τους υποδείξει ότι μετά από τα συγκλονιστικά συμβάντα θα έλθει η
μεγάλη ημέρα της αιωνιότητας για την οποία πρέπει πάντα να επαγρυπνούν
οι άνθρωποι, όπως συμβαίνει στους γάμους στην Ανατολή όταν έρχεται τη
νύκτα ο Νυμφίος για να παραλάβει τη νύφη. Η εικόνα αυτή προετοιμάζει
για τη παννυχίδας που σε λίγες ώρες θα αρχίσει με την Ακολουθία του
Όρθρου της Μ. Τρίτης.
Κυριακή 5 Απριλίου 2015
Εὐλογημένος ὁ Ἐρχόμενος
Φώτη Κόντογλου
Ἐκεῖνος
πού ἔχει θρόνο τὸν οὐρανὸ καὶ ὑποπόδιο τή γῆ, ὁ γυιὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ
Λόγος του ὁ συναΐδιος, σήμερα ταπεινώθηκε καὶ ἦρθε στή Βηθανία ἀπάνω σ’
ἕνα πουλάρι. Καὶ τὰ παιδιὰ τῶν Ἑβραίων τὸν ὑποδεχθήκανε φωνάζοντας:
«Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ὁ βασιλιὰς τοῦ
Ἰσραήλ». Οἱ πολέμαρχοι τοῦ κόσμου, σὰν τελειώνανε τὸν πόλεμο καὶ βάζανε
κάτω τοὺς ὀχτροὺς τους, γυρίζανε δοξασμένοι καὶ καθίζανε ἀπάνω σὲ χρυσὰ
ἁμάξια γιά νά μποῦνε στήν πολιτεία τους.
Μπροστὰ πηγαίνανε οἱ σάλπιγγες κι οἱ
σημαῖες κ’ οἱ ἀντρειωμένοι στρατηγοὶ καὶ πλῆθος στρατιῶτες σκεπασμένοι
μὲ σίδερα ἄγρια καὶ βαστώντας φονικὰ ἅρματα γύρω σ’ ἕνα ἁμάξι φορτωμένο
μὲ λογῆς-λογῆς ἁρματωσιὲς καὶ σπαθιὰ καὶ κοντάρια παρμένα ἀπὸ τὸ
νικημένο ἔθνος.
Ὅλοι οἱ πολεμιστὲς ἤτανε σὰν ἄγρια θηρία
σιδεροντυμένα, τὰ κεφάλια τους ἤτανε κλειδωμένα μέσα σὲ φοβερὲς
περικεφαλαῖες, τὰ χοντρὰ καὶ μαλλιαρὰ χέρια τους ἤτανε ματωμένα ἀπὸ τὸν
πόλεμο, τὰ γερὰ ποδάρια τους περπατούσανε περήφανα καὶ τεντωμένα, σὰν
τοῦ λιονταριοῦ πού ξέσκισε μὲ τὰ νύχια του τὸ ζαρκάδι καὶ τανύζεται μὲ
μουγκρητὰ καὶ φοβερίζει τὸν κόσμο.
Ὕστερα ἐρχότανε τὸ χρυσὸ τ’ ἁμάξι τοῦ
πολέμαρχου, ποὺ καθότανε σ’ ἕνα θρονὶ πλουμισμένο μ’ ἀκριβὰ πετράδια,
περήφανος, ἀκατάδεχτος, φοβερός, ποὺ δέν μποροῦσε νά τὸν ἀντικρύσει μάτι
δίχως νά χαμηλώσει καὶ βαστοῦσε τὸ τρομερὸ σκῆπτρο του, ποὺ κάθε σάλεμά
του ἤτανε προσταγή, δίχως ν’ ἀνοίξει τὰ στόμα του αὐτός πού τὸ
κρατοῦσε. Ἄλογα ἀνήμερα, ἤτανε ζεμένα σ’ αὐτὰ τ’ ἁμάξια, μὲ λουριὰ
χρυσοκεντημένα μὲ γαϊτάνια καὶ περπατούσανε κι αὐτὰ καμαρωτὰ καὶ
περήφανα σὰν τοὺς ἀνθρώπους.
Ἕνα κορίτσι ἔμορφο σὰν νεράιδα,
μεταξοντυμένο, βαστοῦσε ἕνα χρυσὸ στεφάνι ἀπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ
νικητῆ, κι ἄλλα κορίτσια κι ἀγόρια ῥίχνανε λιβάνια κι ἄλλα μυρουδικὰ σὲ
κάποια μεγάλα θυμιατήρια ὅμοια μὲ μανουάλια.
Ἀπὸ πίσω ἐρχόντανε οἱ σκλάβοι ἄντρες καὶ
γυναῖκες κι ὁποῖοι ἤτανε ἄῤῥωστοι καὶ λαβωμένοι, τοὺς σέρνανε καὶ τοὺς
χτυπούσανε οἱ στρατιῶτες. Ὅση δόξα εἴχανε αὐτοί πού πηγαίνανε μπροστά,
ἄλλη τόση καταφρόνεση καὶ δυστυχία εἴχανε ὅσοι ἀκολουθούσανε ἀπὸ πίσω.
Αὐτοὶ ἤτανε δεμένοι μὲ σκοινιὰ καὶ μ’ ἁλυσίδες, πολλοὶ πιστάγκωνα,
κουρελιασμένοι, πληγιασμένοι, κίτρινοι σὰν πεθαμένοι ἀπὸ τὰ μαρτύρια κι
ἀπὸ τὴν ἀγρυπνία. Πολλοὶ ἤτανε μισόγυμνοι κ’ οἱ πλάτες τους ἤτανε
μελανιασμένες ἀπὸ τὸ βούνευρο. Ἀνάμεσά τους ἤτανε γυναῖκες, παρθένες
ντροπιασμένες, κλαμένες μανάδες μὲ ἀθῶα μωρὰ στήν ἀγκαλιὰ τους, γρηές
πού βαστούσανε τὰ ἐγγόνια τους ἀπὸ τὸ χέρι, ὅλες κατατρομαγμένες σὰν τὰ
ἀρνία πού τὰ πάνε στόν μακελάρη.
Γύρω ὁ κόσμος ἔκανε σὰν τρελλὸς καὶ
φώναζε καὶ δόξαζε τὸν νικητή κι ἀπὸ πολλὰ στόματα τρέχανε ἀφροί.
Ἀλαλαγμὸς ἔβγαινε σὰν καπνὸς ἀπ’ ὅλη τὴν πολιτεία. Αὐτὴ τὴν παρατάξη τή
λέγανε «θρίαμβο». Ἕναν τέτοιον θρίαμβο ἔκανε κι ὁ Χριστὸς σήμερα, ὁ
ἄρχοντας τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης. Μά, ὅπως τὰ ἄλλαξε ὅλα καὶ τὰ ἔκανε
ἀνάποδα ἀπ’ ὅ,τι συνηθίζανε οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι κι ὁ θρίαμβος πού ἔκανε,
ἤτανε θρίαμβος τῆς φτώχειας καὶ τῆς ταπείνωσης.
Ὁ Ῥωμαῖος ὕπατος ἤτανε καθισμένος ἀπάνω
σὲ θρόνο καὶ σὲ χρυσὸ ἁμάξι, μὰ ὁ Χριστὸς ἤτανε καβαλικεμένος ἀπάνω σ’
ἕνα πουλάρι, σ’ ἕνα γαϊδουρόπουλο, πού ’νε τὸ πιὸ ταπεινὸ καὶ
καταφρονεμένο ἀνάμεσα στά ζῶα. Κι’ ὁ ἴδιος ἤτανε ταπεινός, πρᾶος,
ἥσυχος, φτωχοντυμένος, κατὰ τὴν προφητεία πού ἔλεγε: «Εἴπατε τῇ θυγατρὶ
Σιών• Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι πρᾶος καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ
πῶλον, υἱὸν ὑποζυγίου».
Τὸ χέρι του δέν βαστοῦσε σκῆπτρο, ἀλλὰ
βλογοῦσε τὸν κόσμο. Ἀπὸ πόλεμο ἐρχότανε καὶ κεῖνος, μὰ ἕναν πόλεμο πολὺ
δυσκολοκέρδιστον, πόλεμο καταπάνω στήν κακία καὶ στήν ψευτιὰ καὶ στήν
ὑποκρισία καὶ στή φιλαργυρία. Καὶ δέν πήγαινε νά ξεκουραστεῖ ἀπ’ αὐτὸν
τὸν πόλεμο, ἀλλὰ πήγαινε ν’ ἀρχίσει ἄλλον, πιὸ σκληρόν, καὶ νά
στεφανωθεῖ μ’ ἀγκαθένιο στεφάνι καὶ νά δαρθεῖ καὶ νά περιπαιχθεῖ καὶ στό
τέλος νά καρφωθεῖ ἀπάνω σ’ ἕνα ξύλο σὰν κακοῦργος. Δέν ἤτανε
τριγυρισμένος ἀπὸ ἀγριεμένους ὑποταχτικούς, ἀλλὰ ἀπὸ ἄκακους ψαράδες,
καταφρονεμένους σὰν καὶ Κεῖνον. Κι οὔτε ἔσερνε ἀπὸ πίσω του σκλάβους
τυραννισμένους, ἀλλὰ ἀνθρώπους πού τοὺς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τή σκλαβιὰ τοῦ
διαβόλου καὶ πεθαμένους πού ἀναστηθήκανε ἀπὸ τή φωνή του.
Ὁ Χριστὸς ἀναποδογύρισε ὅσα εἶχε γιά
σωστὰ καὶ γιά ἀληθινὰ ὁ ἁμαρτωλὸς ὁ ἄνθρωπος. Ποιός ὅμως εἶναι σὲ θέση
νά νοιώσει τὴν ἐλευθερία πού μᾶς ἔφερε καὶ νά ἀκολουθήσει τὸ πουλάρι μὲ
τὸ σκοινένιο καπίστρι κι ὄχι τ’ ἀφρισμένα τ’ ἄλογα πού χλιμιντράνε
καμαρωτὰ καὶ νά μὴ μπεῖ στή Ῥώμη μὲ τὰ πολλὰ τὰ εἴδωλα, παρὰ νά μπεῖ
μαζὶ μὲ τὸν βασιλιᾶ τῆς εἰρήνης στήν Ἀπάνω Ἱερουσαλήμ; Πολλοί, ποὺ εἶναι
σοβαροὶ ἄνθρωποι, θὰ ποῦνε πώς δέν τὰ καταλαβαίνουνε αὐτὰ καί πώς τὰ
παιδιὰ παιδιακίζουνε κ’ οἱ ἄντρες ἀντρειεύουνται.Τὰ ἴδια λέγανε κ’ οἱ
ἀρχιερεῖς κ’ οἱ σπουδασμένοι. «Ἰδόντες δὲ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τὰ
θαύματα ἃ ἐποίησε καὶ τοὺς παῖδας κράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ καὶ λέγοντας:
Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυίδ, ἠγανάκτησαν καὶ εἶπον αὐτῷ: Ἀκούεις τὶ οὗτοι
λέγουσιν;Ὁ δὲ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς: Ναί• οὐδέποτε ἀνέγνωτε ὅτι «ἐκ
στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον; Καὶ καταλιπὼν αὐτοὺς
ἐξῆλθεν ἔξω τῆς πόλεως».
Οἱ ἀρχιερεῖς κ’ οἱ γραμματεῖς διαβάσανε
τὸν ψαλμὸ τοῦ Δαυίδ πού ἔλεγε πώς θὰ προϋπαντήσουνε τὸν Χριστὸ τὰ νήπια
καὶ δέν πιστέψανε ὡστόσο σ’ αὐτόν πού ὑμνολογούσανε. Ἀμή, ἐμεῖς πού
διαβάσαμε στό σημερινὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν ψαλμὸ κι αὐτὰ πού εἶπε ὁ
Χριστὸς στούς Ἑβραίους, δέν θὰ κριθοῦμε πιὸ αὐστηρὰ, ἂν δέν τὸν
πιστέψουμε; Ἡ ματαιότητα κ’ ἡ περηφάνεια μᾶς κάνουνε νά μὴν
καταδεχόμαστε νά πᾶμε μαζὶ μὲ τή φτωχὴ συνοδεία του, ντρεπόμαστε νά
ἀκολουθήσουμε ἕνα ἀρχηγό πού πάει καβαλικεμένος ἀπάνω σ’ ἕνα γαϊδούρι.
Τὰ ταπεινά, τὰ φτωχικά, δέν τὰ θέλουμε. Μὰ μπορεῖ νά γίνει χριστιανὸς
ὅποιος δέν ἀγαπᾶ αὐτὰ πού ἀγάπησε ὁ Χριστός;
Χθές, Σάββατο, ἀνάστησε ἕναν πεθαμένο
ἄνθρωπο, τὸν Λάζαρο. Ποιός ἤτανε αὐτὸς ὁ Λάζαρος; Κανένας ἐπίσημος
ἄνθρωπος, κανένας τρανός; Ὁ Λάζαρος ἤτανε φτωχός, χωριάτης, κι ὅπως
λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, ἤτανε φίλος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶχε φίλους ὅλους τοὺς
ἀνθρώπους. Ἕναν φίλο σημειώνει τὸ Εὐαγγέλιο πώς εἶχε ὁ Χριστὸς στόν
κόσμο, κι αὐτὸς ἤτανε φτωχὸς κι ἀγράμματος. Μὰ ποιός ἀπὸ μᾶς ἀγαπᾶ αὐτὴ
τὴν πλούσια φτώχια τοῦ Χριστοῦ; Ἀπ’ ὅπου λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι ἡ
φτώχια ἡ ἀληθινή, ὅπως ἀπ’ ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς λείπει κ’ ἡ ζωὴ ἡ
ἀληθινὴ καὶ βασιλεύει ὁ θάνατος. Αὐτὸ θὰ τὸ καταλάβεις καλώτατα ἂν
γυρίσεις καὶ δεῖς γύρω σου κι ἀκουμπήσεις τὸ κεφάλι σου καὶ
συλλογιστεῖς.
Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι οἱ Ῥωμαῖοι κ’ οἱ
παντοδύναμοι ἀφέντες πού κάνανε τοὺς θριάμβους ὁπού ἱστορήσαμε
πρωτύτερα; Τὶ γινήκανε κι αὐτοὶ κι οἱ μυριάδες πού τοὺς προσκυνούσανε
καὶ πού γονατίζανε μπροστὰ τους σὰν τὰ καλάμια πού τὰ γέρνει ὁ βοριάς;
Ποιός τοὺς φέρνει στόν νοῦ του ἐξὸν κάποιοι πού γράφουνε τὰ ἱστορικὰ
ἐκείνου τοῦ καιροῦ; Κορμιά, ψυχές, θρονιά, διαμαντόπετρες, ἄλογα,
περηφάνειες, φοβέρες, φωνές, ὅλα πέσανε σ’ ἕναν λάκκο καὶ χαθήκανε καὶ
σβύσανε σὰν να μὴ γινήκανε ποτές. Καὶ τὶ ἀπόμεινε ἀπὸ ὅλα τοῦτα στίς
καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων; Τίποτα κι ἀκόμα πιὸ λίγο ἀπὸ τίποτα.
Πλὴν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄπιστος ἀκόμη καὶ
σ’ αὐτά πού βλέπει καὶ σ’ αὐτά πού πιάνει μὲ τὰ χέρια του καὶ τραβᾶ τὸν
δρόμο πού τραβήξανε καὶ ’κεῖνοι καὶ σέρνει μὲ εὐχαρίστηση τὸ ἅρμα τοῦ
Νέρωνα, γιατὶ εἶναι «νεῦρον σιδηροῦν ὁ τράχηλός του». Τ’ αὐτιὰ του εἶναι
σφαλιχτὰ σὲ Κεῖνον πού λέγει: «Ἐγώ εἰμι Θεὸς πρῶτος καὶ εἰς τὰ
ἐπερχόμενα ἐγώ εἰμι. Ἐγὼ βοσκήσω τὰ πρόβατά μου καὶ ἐγὼ ἀναπαύσω αὐτά».
Ἐκεῖνος πού καθότανε ἀπάνω στό γαϊδούρι, ἐκεῖνος εἶναι ζωντανὸς μέσα
στίς ἁπλὲς ψυχὲς στόν αἰῶνα κι εἶναι γιά δαῦτες θροφή, πηγὴ ἀθανασίας,
χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, κατὰ τὸν λόγο πού λέγει: «Εὐφρανθήσεται καρδία
ζητούντων τὸν Κύριον». Ναί, ὅποιος ἔνοιωσε τή χαρά τοῦ Χριστοῦ, εἶναι
σὰν τὸν πεθαμένο πού ἀναστήθηκε.
Στόν κόσμο ὑπάρχουνε πονεμένοι
λογῆς-λογῆς. Ὅσοι πονάνε στό κορμὶ καὶ στήν ψυχὴ κι ὁ πόνος τούς
καθαρίζει καὶ τοὺς πηγαίνει στόν Θεό, αὐτοὶ εἶναι οἱ ἀγαπημένοι τοῦ
Χριστοῦ καὶ περπατάνε στή στράτα του μὲ τὸ φῶς του τὸ παρηγορητικό. Οἱ
ἄλλοι ὑποφέρουνε ἄγονα. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει στούς
Κορινθίους: «Νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ’ ὅτι ἐλυπήθητε κατὰ Θεόν,
ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιωθῆτε ἐξ ἡμῶν. Ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς
σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται• ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον
κατεργάζεται».
Γι’ αὐτούς πού ἐλπίζουνε στόν Θεό, δέν
μετάλλαξε ὁ Χριστὸς τὸν ἄγονον ἱδρῶτα τους σὲ ἱδρῶτα σωτηρίας, «ἱδρῶτα
ἱδρῶτι», ἀλλὰ θρηνοῦνε καὶ πονάνε παντοτινὰ σὰν τοὺς εἰδωλολάτρες,
σφαζόμενοι μὲ τό μαχαίρι τῆς μοίρας. Γι’ αὐτοὺς δέν ἄλλαξε ὁ Χριστὸς τὸν
ἱδρῶτα τῆς ἀγωνίας τους σὲ ἱδρῶτα τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἐλπίδας. Ὅποιος
δέν πιστεύει στόν Χριστὸ καὶ στό Εὐαγγέλιο, εἶναι πεθαμένος, ἀφοῦ δέν
ὑπάρχει ἀληθινὴ ζωὴ μέσα του. Γιατὶ ζωὴ δέν θὰ πεῖ νά ἀνασαίνεις καὶ νά
περπατᾶς καὶ νά τρῶς καὶ νά πίνεις, ἀλλὰ νά νοιώθεις τή χάρη τῆς
ἀθανασίας. Τότε θὰ μπορεῖς νά ψάλεις μαζὶ μὲ τὸν ὑμνωδὸ τοῦτο τὸ ἐξαίσιο
ἀπολυτίκιο:
«Τὴν κοινὴν
ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον,
Χριστὲ ὁ Θεός. Ὅθεν καὶ ἡμεῖς, ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα
φέροντες, σοὶ τῷ νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν. Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».
πηγή
Από kirigmata.blogspot.gr
πηγή
Κυριακή των Βαΐων.
"Πρό ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα" ὁ Ἰησοῦς ἀποθεώνεται στά Ἰεροσόλυμα.
Εἰσέρχεται ὡς Βασιλεύς ἔστω καί "ἐπί πῶλον ὄνου". Μετά ταῦτα ὅμως, σέ
λίγες ἡμέρες, ἀμέσως, ἀκολουθοῦν ἡ σύλληψις, τά φρικτά πάθη, ὁ σταυρός.
Ὅμως καί αὐτή τήν ὥρα τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ Ἰησοῦ στά Ἰεροσόλυμα
εἶναι παρών ὁ Σταυρός, τό μαρτύριο, ἡ ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ. Καί θά
μποροῦσε κανείς νά πεῖ ὅτι ἡ ἔνδοξος εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στήν Ἁγία Πόλη,
εἶναι ἡ εἴσοδος τοῦ μαρτυρίου στήν ἐπίγεια ζωή τοῦ Κυρίου καί κατ'
ἐπέκταση καί στήν ζωή τοῦ κόσμου, στή ζωή ὅλων μας.
Μαρτύριο, λοιπόν, διαμηνύει, καί μαρτύριο κηρύττει ἡ Κυριακή τῶν Βαΐων
κάθε χρόνο. Μαρτύριο ὅμως χριστιανικό πού ὑπόσχεται αἰώνια ζωή καί
Ἀνάσταση.
Στήν Βαϊφόρο εἰκόνα πού προσκυνοῦμε σήμερα, βλέπουμε τόν Χριστό νά
εἰκονίζεται ἐπάνω στόν "υἱόν ὑποζυγίου" καί νά πορεύεται ἐπάνω στά Βάϊα
τῶν κλάδων καί στά λουλούδια. Κάτω ὅμως ἀπό τίς δάφνες αὐτές καί τά ἄνθη
καί τούς ἐνθουσιώδεις ἀλαλαγμούς τοῦ πλήθους ὑπάρχει ἕνα πικρό ποτήρι,
ἄγνωστο στόν ἀνώνυμο ὄχλο. Εἶναι τό ποτήρι τῆς χαρμολύπης. Εἶναι
συγχρόνως ἡ μαρτυρία τῆς καταιγίδος καί τῆς ἀνοίξεως, τῆς γλυκύτητος καί
τοῦ πόνου.
Ἡ σημερινή δόξα καί ἀποθέωση τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τόν ὄχλο ἦταν φευγαλέα καί
πρόσκαιρη, γιατί τήν ἀκολούθησε ἡ καταδίκη καί ὁ θάνατος, πάλι ἀπό τόν
ἴδιο ὄχλο. Καί μάλιστα θάνατος "ἐπί σταυροῦ". Γι' αὐτό καί ὁ Κύριος δέν
δίνει σημασία στά Ὡσαννά, ἀλλά συνεχίζει τήν πορεία του εἰς Ἰερουσαλήμ.
Γιατί ὁ Χριστός πίσω ἀπό αὐτά βλέπει τήν ἀλήθεια, βλέπει τόν Σταυρό καί
τήν Ἀνάσταση ὡς πραγματικότητα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους πού ἀγωνίζεται
νά ζήσει ἀληθινά καί νά ἀνταποκριθεῖ στήν κλήση του.
Γι' αὐτό σήμερα, ὅταν προσκυνοῦμε τόν δοξασμένο Ἰησοῦ, δοξασμένο ἔστω
καί κατά τήν κρίσι "τοῦ κόσμου τούτου", ψάλλουμε τό περίφημο τροπάριο
τῆς σοφίας, τοῦ βιώματος καί τῆς θεοπνεύστου συλλήψεως τῶν Πατέρων τῆς
Ἐκκλησίας μας: "Σήμερον ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡμᾶς συνήγαγε, καί
πάντες αἵροντες τόν Σταυρόν Σου, Κύριε, λέγομεν: Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος
ἐν ὀνόματι Κυρίου".
Καί ἀμέσως ἡ καρδιά καί τό βλέμμα μας βυθίζεται πέρα καί πίσω ἀπό τό σκοτάδι τοῦ Γολγοθᾶ, στό φῶς καί τήν δόξα τῆς Ἀναστάσεως.
π. Α.Χ.
αποστολική διακονία
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)